Οι επόμενες κινήσεις της κυβέρνησης

Τα αίτια της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές δεν έχουν ακόμα αναλυθεί επαρκώς, ώστε να σχεδιαστούν πλήρως οι διορθωτικές κινήσεις που πρέπει να γίνουν μέχρι τις εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου.

Σ΄ αυτό το ρευστό και θερμό πολιτικό πεδίο ήρθε να προστεθεί και να βάλλει κι άλλες παραμέτρους στους σχεδιασμούς της Κουμουνδούρου, το αιφνιδιαστικό διαζύγιο της Φώφης Γεννηματά με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, με αποτέλεσμα να περιπλέκονται ακόμα περισσότερο τα πράγματα, καθώς είναι πολύ νωρίς για να υπολογιστεί η δυναμική που μπορεί να αποκτήσει αυτή η κίνηση Γεννηματά και οι επιπτώσεις που μπορεί να προκαλέσει στην επιχειρούμενη διεύρυνση του Αλέξη Τσίπρα για την δημιουργία προοδευτικού μετώπου.
Με αυτά τα δεδομένα, η ανάλυση του εκλογικού αποτελέσματος πρέπει να είναι ουσιαστική, να αναζητηθούν τα πραγματικά αίτια, να μετρηθούν και να υπολογιστούν τα λάθη χωρίς γενικόλογες παραδοχές, γιατί αν ο ΣΥΡΙΖΑ αποδυθεί σε ένα κυνήγι μαγισσών και σε μια αφ υψηλού ανάλυση και μάλιστα με το υπεροπτικό ύφος που γεννά η εξουσία, τα αποτελέσματα θα είναι καταστροφικά.

Ταυτόχρονα, ο Αλέξης Τσίπρας, που αφέθηκε μόνος του να σηκώσει το βάρος της προεκλογικής αναμέτρησης – μετρήθηκαν πολλές και σημαντικές απουσίες – θα συνεχίσει και θα εντείνει αυτό που ξεκίνησε λίγο πριν από τις ευρωεκλογές, δηλαδή, την ουσιαστική επαφή με την κοινωνία, γιατί μπορεί να το κάνει.

«Το ΄χει», όπως λένε, δεν θα το προσποιηθεί. Ακόμα και η κίνησή του, το βράδυ της Κυριακής, παρά την ήττα της κ. Δούρου στην Περιφέρεια και του κ. Ηλιόπουλου στο Δήμο, να μην κρυφτεί, αλλά να κατέβει στο κέντρο της Αθήνας, να κάνει δηλώσεις και να έρθει σε επαφή με τους πολίτες, δείχνει πως μπορεί να διαχειριστεί και την ήττα, κάτι βασικό για έναν ταγό.

Στις καθημερινές και μαραθώνιες συσκέψεις στην Κουμουνδούρου, με φυσική ή μη παρουσία του Αλέξη Τσίπρα, πέραν από τα κεντρικά ζητήματα κυβερνητικής πολιτικής, έχει τεθεί και ιδίως μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές, το θέμα της δυσαρμονίας που παρατηρείται μεταξύ κοινωνίας και τοπικών κομματικών επιτροπών, οι οποίες στην συντριπτική τους πλειοψηφία φαίνεται ωσάν να έχουν μείνει στον ΣΥΡΙΖΑ του 3%, με αποτέλεσμα η επιχειρούμενη από τα άνω διεύρυνση να μην περνά προς τα κάτω, στη βάση.

Η προσαρμογή, λοιπόν, του κομματικού μηχανισμού και ιδίως της βάσης, στις σημερινές συνθήκες αποκτά ιδιαίτερη σημασία καθώς ανεξάρτητα από την ανάλυση του εκλογικού αποτελέσματος και τις διορθωτικές κινήσεις που μπορούν να γίνουν σε κεντρικό επίπεδο, οι κομματικές επιτροπές είναι αναγκαίο να προσεγγίσουν την κοινωνία και να μαζικοποιήσουν το προοδευτικό μέτωπο.

Μεγάλος αντίπαλος σε αυτή την προσπάθεια είναι ο θερμός πολιτικός χρόνος που έγινε ακόμα θερμότερος από τα όσα συμβαίνουν στο ΚΙΝΑΛ τα τελευταία 24ωρα.